- κατηγορητικός
- -ή, -ό (Α κατηγορητικός, -ή, -όν)(νομ.) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην κατηγορία, που γίνεται για κατηγορία, για ενοχοποίηση, για μομφήαρχ.(λογ.) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε (αριστοτελική) κατηγορία ή κατηγόρημα, κατηγορικός.[ΕΤΥΜΟΛ. < κατηγορώη λ. με την αρχ. σημ. είναι πιθ. μεταπλασμένος τ. τού κατηγορικός].
Dictionary of Greek. 2013.